Όμως, κάποτε οι φωνές πλησιάζουν! Πλησιάζουν τόσο, ώστε νιώθεις δόντια να κροταλίζουν πίσω απ’ την πόρτα σου! Φωνές που ορθώνονται γύρω σου εκκωφαντικές! Όλο και περισσότερες! Όλο και πιο άγριες! Σε καλούν να ξυπνήσεις! Σε προκαλούν! Μα εσύ κουκουλώνεσαι με τη κουβέρτα, τρίβεις τα μπούτια σου και μυξοκλαίς «Όχι, όχι ακόμη! Πέντε λεπτά, σας παρακαλώ! Πέντε λεπτά ακόμη και σηκώνομαι»! Και τα πέντε λεπτά γίνονται ώρες, οι ώρες γίνονται ημέρες, χρόνια κι η ζωή σου τελειώνει στο ίδιο αυτό κρεβάτι. Θα σε βρουν κάποτε, τυλιγμένο σε συσκευασία αποσυντεθειμένου εμβρύου, με το κεφάλι χωμένο μέσα στον ίδιο σου τον κώλο, όπου λίγο πριν πεθάνεις θα αναζητούσες μάλλον το τηλεκοντρόλ, ίσως πάλι μιαν αφορμή να ζήσεις. Θα σε ανακαλύψουν από την αποφορά των ίδιων σου των περιττωμάτων. Τόσο που αγαπούσες τον εαυτό σου, δεν άντεχες ούτε τη βρωμιά σου να αποχωριστείς!
Οι γείτονες θα διαφημίζουν καταβεβλημένοι τη φρίκη τους, από κανάλι σε κανάλι, πως ήσουν καλός άνθρωπος – μα λίγο ιδιόρρυθμος – και τα σχετικά για το που έχει φτάσει η κοινωνία μας. Πάει να πει, η κοινωνία των άλλων, αφού οι ίδιοι δεν κοινώνησαν παρά κουφάρια. Θα σε ακρωτηρίαζαν, ευχαρίστως, σαν το μετανάστη στο φανάρι, αν δεν ταίριαζε η απόχρωση της πείνας σου με τα καινούργια τους λουστρίνια. Έπειτα, κοιτάζοντας καχύποπτα στο βάθος του δρόμου ή τη γωνία – καθώς ο αντίλαλος μιας αφυπνισμένης οργής θα κλιμακώνεται, ολοένα και πιο σιμά - θα σφαλίσουν ξανά τις πόρτες τους και θα επιστρέψουν, με τη σειρά τους, στα δικά τους κρεβάτια. Θα σφραγίσουν ερμητικά τα πατζούρια – καθότι το πολύ φως πάντοτε τους ενοχλούσε – και θα πάψουν να σκέφτονται, μονάχα θα ονειρεύονται. Θα ονειρεύονται πως είναι ξύπνιοι κι άλλους ωραίους εφιάλτες, αποστειρωμένους και θρεπτικούς. Θα πέθαιναν, αν ήταν δέον της κοινωνικής τους υπόστασης. Αλλά κι αυτός ο θάνατος απαιτεί μια στοιχειώδη αξιοπρέπεια. Κι εκεί, πάνω στο γλυκό κάρωμα της αυταρέσκειας, μια κραυγή θα σαρώσει τις στέγες κι ο κόσμος ολόκληρος θα καταρρεύσει πάνω από τα κρεβάτια τους. Θα σβήσουν ήσυχα, ανώδυνα. Σαν να μην είχαν ποτέ υπάρξει. Κι έπειτα η σιγή του θανάτου. Έπειτα, η γη θα θρηνήσει για σαράντα ημέρες ή αιώνες τα χαμένα της παιδιά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου